Είναι ποιητής, είναι συγγραφέας, είναι μουσικός, φιλόσοφος. Διάολε, είναι θεός, είναι άνδρας, είναι φάντασμα, είναι γκουρού, όπως λέει ο ίδιος και στο «Red Right Hand», τη μεγαλύτερη -εμπορικά- επιτυχία του, που έφτασε σε σημείο να ταυτίζεται με τον Τόμας Σέλμπι και τους Peaky Blinders
Ο Nick Cave, στο κοινό της ροκ και της μετά-πανκ μουσικής, δεν χρειάζεται συστάσεις. Οι αριθμοί άλλωστε, των επιτυχιών του, μιλούν από μόνοι τους, όπως και οι συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως η Kylie Minogue και η PJ Harvey.
Η διάσταση της μουσικής του όμως, δεν μετριέται σε αριθμούς και πρόσωπα. Η φιλοσοφική προσέγγιση του για τη ζωή και τα συναισθήματα που συναντά κανείς σε αυτή, ο τρόπος που «ντύνει» τους απίστευτους σε βάθος στίχους του, ξεχωρίζουν σε κάθε δίσκο που έχει κυκλοφορήσει ο Αυστραλός μουσικός.
Ένας από αυτούς τους δίσκους, και το «The Boatman’s Call». Ένα άλμπουμ που παντρεύει τη gothic rock μουσική με τη δύναμη του έρωτα, της φιλίας, της ένωσης δύο ψυχών, φτιαγμένο από έναν άνθρωπο που μπορεί να μην πιστεύει σε κάποιο θρήσκευμα, όμως αγαπά τη ζωή, τα συναισθήματα, τις σχέσεις και το άγνωστο, σαν Θεό.
Κάτι τέτοιο μπορεί κανείς να αντιληφθεί στο «Into My Arms», όπου ζητά από τους αγγέλους, την ύπαρξη των οποίων δεν πιστεύει, να προσέχουν την αγαπημένη του, ή στο «Idiot Prayer», όπου βλέπει το τέλος να πλησιάζει, και αναρρωιέται αν θα έχει τη φιλική συντροφιά μετέπειτα.
Το άλμπουμ αυτό, μαζί με τα «Let Love In», «From Her to Eternity» και «Murder Ballads», αν και το τελευταίο κρατάει έναν πιο «σκοτεινό» τόνο, είναι τα πλέον χαρακτηριστικά παράδειγματα της χημείας μεταξύ Νικ Κέιβ και Μικ Χάρβεϊ, με το δίδυμο να μεγαλουργεί έως την αποχώρηση του δεύτερου από το σχήμα «Nick Cave and The Bad Seeds» το 2009.