Η Υπηρεσία Ασφάλειας Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKHSA) επιβεβαίωσε ότι μια γυναίκα στη χώρα έχει διαγνωστεί με μια σπάνια ασθένεια που μοιάζει με Έμπολα και ονομάζεται αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας-Κονγκό (CCHF).
Η είδηση ανακοινώθηκε σήμερα, 26 Μαρτίου, μετά τη διάγνωση στο Cambridge University Hospitals NHS Foundation Trust.
Το CCHF είναι μια ιογενής νόσος που μεταδίδεται συνήθως από τα τσιμπούρια και τα ζώα, σε χώρες όπου η ασθένεια είναι ενδημική, όπως σε όλη την Αφρική, τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και την Ασία.
Οι κύριοι φορείς μετάδοσης είναι τα τσιμπούρια Hyalomma, τα οποία συνήθως δεν υπάρχουν στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η γυναίκα που έχει διαγνωστεί με τη νόσο διαπιστώθηκε ότι ταξίδεψε πρόσφατα στην Κεντρική Ασία.
Η Δρ Susan Hopkins, Επικεφαλής Ιατρικός Σύμβουλος στο UKHSA, είπε ότι είναι «σημαντικό να γνωρίζουμε ότι ο CCHF μεταδίδεται συνήθως από τσιμπήματα τσιμπουριών σε χώρες όπου η ασθένεια είναι ενδημική».
Παράλληλα τόνισε ότι «δεν εξαπλώνεται εύκολα μεταξύ των ανθρώπων και ο συνολικός κίνδυνος για το κοινό είναι πολύ χαμηλός».
Σε ένα δελτίο τύπου σχετικά με τη διάγνωση, η Χόπκινς ανέφερε: «Συνεργαζόμαστε με το NHS EI για να επικοινωνήσουμε με τα άτομα που είχαν στενή επαφή με το κρούσμα πριν επιβεβαιωθεί η μόλυνση τους, για να τα αξιολογήσουμε και να παρέχουμε συμβουλές».
Ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας – Κονγκό (Crimean – Congo Hemorrhagic Fever, CCHF) είναι μία σοβαρή ιογενής νόσος, η οποία προκαλείται από τον ομώνυμο ιό (γένους Nairovirus, οικογένειας Bunyaviridae) που μεταδίδεται κυρίως μέσω δήγματος κρότωνα (τσιμπουριού).
Ο ιός προκαλεί σοβαρή νόσο στον άνθρωπο με υψηλή θνητότητα και με κίνδυνο ενδονοσοκομειακής μετάδοσης. Προκαλεί, επίσης, επιδημίες. Πρόκειται για ζωονόσο που προσβάλλει πολλά άγρια και οικόσιτα ζώα και τον άνθρωπο.
Η νόσος περιγράφηκε κλινικά για πρώτη φορά στην Κριμαία (Ουκρανία) το 1944, σε στρατιώτες και αγρότες και ονομάστηκε αιμορραγικός πυρετός της Κριμαίας. Αργότερα, το 1969, ο ιός αναγνωρίσθηκε ως αιτία της ασθένειας ενός παιδιού που είχε νοσήσει στο Κονγκό το 1956, οπότε και προέκυψε η σημερινή ονομασία της νόσου. Η παρουσία της νόσου συνδέεται με τη γεωγραφική κατανομή του διαβιβαστή (κρότωνα / τσιμπουριού).
Σε περιοχές με εύκρατο κλίμα παρατηρείται εποχιακή κατανομή στην εμφάνιση των κρουσμάτων: από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, ανάλογα με την περίοδο αυξημένης δραστηριότητας του διαβιβαστή.
Το CCHF έχει ποσοστό θνησιμότητας έως και 40%, αναφέρει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και προκαλεί συμπτώματα όπως πυρετό, ζάλη, πονοκέφαλο, πόνο στα μάτια, ευαισθησία στο φως, ναυτία και διάρροια. Μετά από δύο έως τέσσερις ημέρες, εξηγεί ο ΠΟΥ, η διέγερση μπορεί να αντικατασταθεί από υπνηλία και κατάθλιψη.